- ἐπέστρεφε
- ἐπιστρέφωturn aboutimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Αίας — I Όνομα δύο μυθολογικών προσώπων. 1. Α. ο Τελαμώνιος. Ομηρικός ήρωας, ο γενναιότερος των Ελλήνων στην Τροία, μετά τον Αχιλλέα, ο οποίος διακρινόταν επίσης για τη μεγαλοπρέπεια και το ήθος του. Ήταν γιος του Τελαμώνα –ο οποίος ήταν γιος του Αιακού … Dictionary of Greek
Δήμητρα — I (αρχ. Δημήτηρ). Μία από τις θεότητες του Δωδεκάθεου των αρχαίων, προστάτιδα της γεωργίας και όλων των πολιτικών και κοινωνικών θεσμών που, κατά την ιστορία ή τη μυθολογία, συνδέονταν με αυτήν. Το χαρακτηριστικό επίθετο Θεσμοφόρος που της… … Dictionary of Greek
Θεοφάνια — Αρχαία θρησκευτική γιορτή που εορταζόταν στη Χίο και στους Δελφούς και ίσως σε άλλες ελληνικές πόλεις. Για τα δελφικά Θ. έχουμε μαρτυρίες του Ηρόδοτου από τις oποίες συνάγεται ότι τελούσαν τη γιορτή κατά τη γενέθλια ημέρα του Απόλλωνα, όταν o… … Dictionary of Greek
Κρόνος — I Προελληνική θεότητα. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο νεότερος από τους Τιτάνες, γιος του Ουρανού και της Γαίας και πατέρας του Δία. Κατά τη Θεογονία του Ησίοδου, με προτροπή της Γαίας ευνούχισε τον πατέρα του και ανέλαβε ο ίδιος τη διακυβέρνηση … Dictionary of Greek
Πέργαμος — Oνομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία ελληνική πόλη της Μυσίας της Μικράς Ασίας, κοντά στη σημερινή Μπεργκαμά, 80 χλμ. Β της Σμύρνης. Χτισμένη στην κορυφή ενός λόφου, αναπτύχθηκε γύρω από ένα φρούριο, από το οποίο πήρε και το όνομά της. Κατά την… … Dictionary of Greek
ελένη — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βλ. λ. Ελένη, Ωραία. 2. Κόρη της Ωραίας Ελένης από τον Πάρη. 3. Κόρη της Κλυταιμνήστρας από τον Αίγισθο. Τη σκότωσε ο ετεροθαλής αδελφός της, Ορέστης. 4. Κόρη του Επιδαμνίου, που υπηρετούσε την Αφροδίτη ως… … Dictionary of Greek
λίβανος — Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β, Α και ΝΑ με τη Συρία, στα Ν με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο θάλασσα.Περιλαμβανόμενη μεταξύ της οροσειράς του Aντιλιβάνου και της Mπαχρ ελ Mουτεουάσιτ, η Δημοκρατία … Dictionary of Greek
λεγάτος — Πρέσβης, κατά τη ρωμαϊκή εποχή, τον οποίο έστελνε η Σύγκλητος ή ο αυτοκράτορας ως αντιπρόσωπο σε μια άλλη χώρα ή σε μια περιοχή του κράτους, με ορισμένη αποστολή, για την οποία λογοδοτούσε όταν επέστρεφε στη Ρώμη. Ο λ. ήταν ιερό πρόσωπο. Λ.… … Dictionary of Greek
μετανάστευση — Στα πλαίσια της ευρύτερης έννοιάς του ο όρος μ. περιλαμβάνει την ιδέα της κίνησης, την αλλαγή τόπου διαμονής και μπορεί να αναφέρεται σε κάθε μετακίνηση –οριστική ή προσωρινή– ομάδων ανθρώπων ή ζώων, προς τόπους διαφορετικούς από εκείνους στους… … Dictionary of Greek